ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΩΝ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ ΤΗΣ ΕΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Του Μανόλη Γ. Δρεττάκη*


Οι ηγέτες των κρατών της Ε.Ε., και ειδικότερα το δίδυμο Μέρκελ-Σαρκοζί που έχει κατορθώσει να επιβάλει τις αποφάσεις του σε όλα τα κράτη της Ε.Ε., βλέποντας ότι η κρίση χρέους μπορεί να επεκταθεί στην Ιταλία, της οποίας το δημόσιο χρέος είναι ίσο με το 25% του συνολικού της ευρωζώνης, και το ενδεχόμενο να ακολουθήσει η Ισπανία, έσπευσαν πριν από τη σύνοδο κορυφής της 21.6.2011 να συμφωνήσουν σε ένα σχέδιο, όχι τόσο για να σώσουν την Ελλάδα όσο για να διασώσουν την ευρωζώνη και τα οφέλη που προσπορίζονται από αυτήν οι οικονομικά ισχυρές χώρες - μέλη της, με πρώτη (που αποσπά τη μερίδα του λέοντος από αυτά) τη Γερμανία (βλέπε σχετικά και το άρθρο μας στην EΞΠPEΣ της 10.7.2011).
Σύμφωνα με τις αποφάσεις της συνόδου κορυφής διασφαλίστηκε η δανειοδότηση της χώρας μας από την Ε.Ε. και από το ΔΝΤ καθώς και μια μικρή μείωση του δημόσιου χρέους εξαιτίας της συμμετοχής των ιδιωτών, της επιμήκυνσης της εξόφλησής του και της μείωσης του επιτοκίου. Διασφαλίστηκε, επίσης, η παροχή ρευστότητας στις ελληνικές τράπεζες από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα με εγγύηση του μηχανισμού στήριξης.

Πριν προχωρήσουμε να δούμε ποιες θα είναι οι συνέπειες για την Ελλάδα του νέου αυτού πακέτου «διάσωσής» της, θα πρέπει να επισημάνουμε ότι το πακέτο αυτό περιλαμβάνει:

(α) Την παροχή ενός νέου δανείου ύψους 109 δισ. ευρώ, ένα μέρος, όμως, του οποίου είναι το αχρησιμοποίητο υπόλοιπο του πρώτου δανείου των 110 δισ. ευρώ, η 6η δόση του οποίου θα μετατραπεί τον Σεπτέμβριο (αν και εφόσον το εγκρίνει η τρόικα) σε 1η δόση του νέου δανείου.
(β) Τα έσοδα από την πώληση των κερδοφόρων δημόσιων επιχειρήσεων που έχουν απομείνει στη χώρα μας καθώς και «φιλέτων» της δημόσιας περιουσίας, για την αγορά των οποίων μισοτιμής είναι ήδη έτοιμοι να σπεύσουν Γερμανοί επιχειρηματίες. Eνα ερώτημα που γεννιέται είναι αν θα εισπραχθούν τα αναμενόμενα έσοδα και αν θα χρησιμοποιηθούν για τη μείωση του δημόσιου χρέους, όπως είχε αρχικά σχεδιαστεί ή, αντίθετα, θα χρησιμοποιηθούν για να καλυφθεί η «μαύρη τρύπα» της μεγάλης υστέρησης των εσόδων και της υπέρβασης των δαπανών προκειμένου να μειωθεί το δημόσιο έλλειμμα του 2011.
(γ) Τη συμμετοχή των τραπεζών και ασφαλιστικών ταμείων που έχουν στα χαρτοφυλάκιά τους ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου, με ανταλλαγή τους με άλλα ομόλογα, διάφορων τύπων και λήξεων. Η ανταλλαγή αυτή από τη μια μεριά μπορεί να μειώσει λίγο το δημόσιο χρέος (το ακριβές ποσοστό μείωσής του δεν είναι εύκολο να προσδιοριστεί), από την άλλη, όμως, συνεπάγεται την καταβολή επιτοκίου πολύ υψηλότερου από εκείνο των ομολόγων που θα ανταλλαγούν και μάλιστα για ένα πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα.

Ακόμα επαχθέστερα μέτρα
Όπως, όμως, είναι γνωστό οι παραπάνω αποφάσεις για τη χώρα μας πάρθηκαν μόνο μετά από την εσπευσμένη και με συνοπτικές διαδικασίες ψήφιση από την κυβερνητική πλειοψηφία στα τέλη Ιουνίου του μεσοπρόθεσμου προγράμματος και του εφαρμοστικού του νόμου (μεταβάλλοντας τη Βουλή σε απλή σφραγίδα έγκρισης και την πλατεία Συντάγματος σε θάλαμο αερίων) και της υποχρέωσης να ψηφιστούν 47 νομοσχέδια που θα εξειδικεύουν τον εφαρμοστικό νόμο πριν από την καταβολή της 1ης δόσης του νέου δανείου στα μέσα Σεπτεμβρίου (απαξιώνοντας ακόμα περισσότερο τη νομοθετική εξουσία).
Δεν θα επαρκέσουν, όμως, αυτά, διότι, όπως ανακοινώθηκε, το παραπάνω πακέτο υποχρεώνει την Ελλάδα να υπογράψει ένα νέο μνημόνιο ΙΙ, το οποίο είναι άγνωστο αυτή τη στιγμή τι θα περιλαμβάνει. Οπωσδήποτε, πάντως, θα περιλαμβάνει και νέες δεσμεύσεις, χωρίς να αποκλείονται και κάποιες εμπράγματες ασφάλειες, δηλαδή ακόμα επαχθέστερα μέτρα για τη χώρα και τον λαό σε σύγκριση με εκείνα του μνημονίου Ι. Με όλα τα παραπάνω ελπίζεται ότι θα αποφευχθεί η χρεοκοπία της χώρας μας και, κυρίως, ένα ντόμινο χρεοκοπιών άλλων χωρών που θα έθετε σε μεγάλο κίνδυνο την ευρωζώνη.
Η ανακοίνωση του πακέτου των αποφάσεων της συνόδου κορυφής συνοδεύτηκε από θριαμβολογίες της κυβέρνησης ότι αποφύγαμε την πλήρη (όχι όμως και την επιλεκτική για ένα χρονικό διάστημα) χρεοκοπία. Στη συνέχεια, όμως, οι τόνοι έπεσαν και τώρα γίνεται αγώνας δρόμου, όπως προαναφέρθηκε, για να ψηφιστούν νόμοι που επιβάλλουν νέα βάρη στον ελληνικό λαό. Το ερώτημα, όμως, που πλανιέται στον κόσμο είναι αν η αποφυγή αυτή είναι προσωρινή και αν, μετά από κάποιο διάστημα (άγνωστης αυτή τη στιγμή διάρκειας), ο κίνδυνος χρεοκοπίας θα επανέλθει.

Πλεόνασμα και ανάπτυξη
Με δεδομένα τα γνωστά αποτελέσματα της εφαρμογής των μέτρων που προβλέπονταν στο μνημόνιο Ι, δηλαδή τη μεγάλη ύφεση και την κατακόρυφη αύξηση της ανεργίας και το γεγονός ότι παρά τις πρωτοφανείς θυσίες του ελληνικού λαού το δημόσιο χρέος αυξήθηκε τόσο σε ευρώ όσο και ως ποσοστό του ΑΕΠ (από 127,1% το 2009 αυξήθηκε στο 142,8% το 2010 και αναμένεται να εκτιναχτεί στο 156,4% το 2011), δεν μπορεί να είναι κανείς αισιόδοξος ότι ο κίνδυνος χρεοκοπίας δεν θα επανέλθει. Και αυτό για τους παρακάτω λόγους:
• Η πρώτη και βασική προϋπόθεση για τη μείωση του δημόσιου χρέους είναι η δραστική μείωση του δημόσιου ελλείμματος και η μετατροπή του σε πρωτογενές πλεόνασμα. Με δεδομένο, όμως, το γεγονός ότι, εξαιτίας της υστέρησης των εσόδων και της υπέρβασης των δαπανών, το δημόσιο έλλειμμα το 2010 ξεπέρασε το 10% του ΑΕΠ και τη διαπιστωμένη μεγάλη «μαύρη τρύπα» για τους ίδιους λόγους το πρώτο εξάμηνο του 2011, η προοπτική μεγάλης μείωσης του δημόσιου ελλείμματος το 2011 είναι μικρή. Το γεγονός ότι η ίδια πολιτική που εφαρμόστηκε μέχρι σήμερα θα συνεχιστεί καθιστά την επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος το 2012 ή το 2013 εξαιρετικά δύσκολη, αν όχι αδύνατη.
• Η δεύτερη βασική προϋπόθεση για τη μείωση του δημόσιου χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ είναι η επίτευξη υψηλών ρυθμών ανάπτυξης. Τέτοιοι, όμως, ρυθμοί δεν είναι ορατοί τα αμέσως επόμενα χρόνια για πολλούς λόγους. Πρώτα απ' όλα η αναμενόμενη μικρή μείωση του δημόσιου χρέους της χώρας με βάση τις αποφάσεις της συνόδου κορυφής δεν επαρκεί για να δώσει την απαιτούμενη ανάσα στην ελληνική οικονομία, δηλαδή να τη βάλει σε μια αναπτυξιακή πορεία. Σε ό,τι αφορά την πορεία αυτή θα πρέπει να θυμίσουμε ότι, εξαιτίας της εφαρμογής των μέτρων του μνημονίου Ι, η ύφεση, δηλαδή η μείωση του ΑΕΠ σε σταθερές τιμές, ήταν το 2010 και θα είναι το 2011 διπλάσια εκείνης του 2009. Πριν από την ανακοίνωση των αποφάσεων της συνόδου κορυφής το έγκυρο περιοδικό Economist προέβλεπε συνέχιση της ύφεσης, με χαμηλότερο ρυθμό, και το 2012. Υπάρχει, άραγε, προοπτική να επιτευχθούν υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης μετά το 2012; Δεδομένου ότι τα μέτρα που πρόκειται να εφαρμοστούν τους επόμενους μήνες και χρόνια είναι παρόμοια με εκείνα του μνημονίου Ι και με δεδομένες τις συνέπειες της εφαρμογής του που προαναφέρθηκαν είναι βέβαιο ότι τέτοιοι ρυθμοί ανάπτυξης είναι αδύνατο να επιτευχθούν.

Το νέο σχέδιο Μάρσαλ
Ορισμένοι στηρίζουν την ανάκαμψη σε ένα «νέο σχέδιο Μάρσαλ». Ο όρος όμως αυτός, ενώ υπήρχε στο προσχέδιο των αποφάσεων της συνόδου κορυφής, απαλείφθηκε από το τελικό κείμενο που δόθηκε στη δημοσιότητα. Από τις διευκρινίσεις που έχουν γίνει μέχρι σήμερα σε ό,τι αφορά αυτό το «σχέδιο», δεν πρόκειται για νέους δωρεάν πόρους, αλλά για τους αχρησιμοποίητους πόρους του ΕΣΠΑ, το οποίο θεωρητικά λήγει το 2013, και των οποίων η απορροφητικότητα εξακολουθεί δυστυχώς να είναι πολύ χαμηλή καθώς για δυνατότητα δανεισμού (που υπήρχε και προηγουμένως) από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, με τη μόνη διαφορά ότι η Ε.Ε. θα στείλει ομάδα τεχνοκρατών-εποπτών οι οποίοι ελπίζεται ότι θα βοηθήσουν στο να επιταχυνθεί η απορροφητικότητα των πόρων αυτών. Και αν ακόμα υποθέσουμε ότι θα επισπευσθεί η απορρόφηση των πόρων αυτών, η όποια θετική επίπτωσή τους στην ανάπτυξη της ελληνικης οικονομίας μπορεί να ακυρωθεί συνολικά ή κατά ένα μέρος από την εφαρμογή των περιοριστικών μέτρων των μνημονίων.
Η ανάπτυξη, όμως, της ελληνικής οικονομίας τα επόμενα χρόνια δεν εξαρτάται μόνο από την πολιτική που θα εφαρμόσει η ελληνική κυβέρνηση. Εξαρτάται και από τις προοπτικές της διεθνούς οικονομίας και ειδικότερα των οικονομικών των κρατών-μελών της Ε.Ε. Δυστυχώς οι προβλέψεις διεθνών οργανισμών για τα επόμενα χρόνια αναφέρουν πολύ χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης στην Ε.Ε., οι οποίοι, αν επιβεβαιωθούν, δεν θα βοηθήσουν τη χώρα μας να πετύχει τους υψηλούς ρυθμούς που είναι αναγκαίοι για τη μείωση του δημόσιου χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ.
Σε όλα τα παραπάνω προστίθεται και ένα μείζον πρόβλημα: το αν και κατά πόσο θα αντέξει ο ελληνικός λαός τις συνέπειες των νέων μέτρων που έρχονται, δεδομένου ότι ήδη η πλειονότητά του στενάζει από τις συνέπειες των μέτρων που έχουν ήδη ληφθεί. Η όποια παραπέρα συρρίκνωση των εισοδημάτων και μείωση της αγοραστικής τους δύναμης λόγω αύξησης των φόρων και η παραπέρα αύξηση της ανεργίας κινδυνεύουν να ξεπεράσουν τα όρια της αντοχής του λαού με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται για τις αντιδράσεις που θα ακολουθήσουν.

Κούρεμα 50% η λύση
Ποια, επομένως, είναι η ουσιαστική λύση του προβλήματος του δημόσιου χρέους της χώρας μας; Εδώ και πάνω από ένα χρόνο διακεκριμένοι οικονομολόγοι στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ υποστηρίζουν ότι η μόνη αποτελεσματική λύση του προβλήματος του δημόσιου χρέους της χώρας μας είναι το «κούρεμά» του κατά 50%. Τη θέση αυτή υποστηρίζουν τώρα και οι διευθυντές των πέντε μεγαλύτερων οικονομικών ινστιτούτων της Γερμανίας, που είναι και σύμβουλοι της γερμανικής κυβέρνησης. Μόνο ένα τέτοιο «κούρεμα» θα καταστήσει δυνατή την απελευθέρωση πόρων που θα αφιερωθούν στην ανάπτυξη. Σε ό,τι αφορά τα προβλήματα που θα αντιμετωπίσουν εξαιτίας του «κουρέματος» αυτού οι τράπεζες και ασφαλιστικά ταμεία που έχουν στα χαρτοφυλάκιά τους ελληνικά ομόλογα, αυτά θα πρέπει να αντιμετωπιστούν από τους μηχανισμούς στήριξης της ευρωζώνης.
Πότε, επιτέλους, θα αντιληφθεί η κυβέρνηση και, κυρίως, οι Ευρωπαίοι ηγέτες, ότι αντί για τα ημίμετρα που υιοθετούν η μόνη ουσιαστική λύση είναι αυτή που προτείνουν ακόμα και οι Γερμανοί εμπειρογνώμονες;

* Ο Μανόλης Γ. Δρεττάκης είναι τέως: αντιπρόεδρος της Βουλής, υπουργός και καθηγητής της ΑΣΟΕΕ

Σχόλια