ΤΟ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΤΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ

Του Μητροπολίτη Αλεξανδρουπόλεως κ. Άνθιμου



Όταν χρειάζεται να μιλήσει ένας Θρακιώτης Επίσκοπος για το μεταναστευτικό ζήτημα, αισθάνεται δύσκολα. Από τη μια είναι η χριστιανική διδασκαλία, που δεν ομιλεί για απλή ανεκτική στάση προς τον ξένο, επειδή ο Χριστός ταυτίζει πλήρως τον εαυτό του με τον κάθε ξένο, ανήμπορο και δυστυχισμένο.
Από την άλλη, το γεωγραφικό μας διαμέρισμα επιτρέπει να βλέπουμε σε έναν ευρύχωρο ορίζοντα πράγματα που το ελλαδικό κέντρο θα διαπιστώσει δύο δεκαετίες αργότερα.
Η σωτηρία μας είναι συνάρτηση της ικανότητός μας να διακρίνουμε τον Χριστό στο πρόσωπο οποιουδήποτε ξένου, γυμνού, αρρώστου και φυλακισμένου. Ο βαθμός της σχέσεώς μας με τον Χριστό είναι ανάλογος με τη σχέση που οικοδομούμε με τους συγκεκριμένους αυτούς «ταπεινούς και καταφρονεμένους», που τους ονομάζει αδελφούς μας. Αφού το να αγαπάμε, το να συμπαραστεκόμαστε και να δανείζουμε όσους μας αγαπούν, μας συμπαρίστανται και μας δανείζουν αποτελεί εκλεπτυσμένη μορφή εγωισμού και συμφέροντος. Η Εκκλησία ανοίγοντας τον κοινωνικό ορίζοντα του ανθρώπου, διευρύνει την έννοια του πλησίον στον γείτονα, στον συγγενή, στον ομοεθνή αλλά και στον ξένο, στον αλλοεθνή και στον εχθρό. Πλέον, ο όρος αγάπη γίνεται ευρύτερος του όρου ανεκτικότητα, εμπεριέχει τους πάντες και τα πάντα, αφού για τον Απ. Παύλο «η αγάπη πάντα στέγει».
Τα παραπάνω οφείλει να φυλάσσει, να βιώνει και να διδάσκει ο κάθε χριστιανός Επίσκοπος.
Ο Θεός, όμως, πάντοτε δοκιμάζει την πίστη μας και ο λόγος του ελέγχει και την εποχή μας.
Μέχρι τώρα, η Επισκοπή μου ήταν στην εσχατιά της χώρας μας. Γύρω μας τα σύνορα έμεναν επί δεκαετίες ερμητικά κλειστά. Και ξαφνικά άνοιξε ο κόσμος. «Τα σύνορα που τα περνούν εμπορεύματα, δεν τα διαβαίνουν ποτέ στρατιώτες», έλεγε ο Αβραάμ Λίνκολν. Έτσι, αρχίσαμε να μπαινοβγαίνουμε στην Τουρκία και στη Βουλγαρία, ως τουρίστες και ως καταναλωτές. Δειλά στην αρχή, ανεξέλεγκτα στη συνέχεια. Τώρα πια τίποτε δεν μπορεί να σταματήσει αυτήν τη ροή. Πόσο ενδεχομένως βλάφτει την εγχώρια τοπική οικονομία, πόσο μακροπρόθεσμα θα δώσει σε ξένα χέρια τη γη μας, κανείς δεν το σκέφτεται, κανείς δεν ασχολείται.
Πάνω σ’ αυτήν τη διαδικασία της «πολυπολιτισμικής» διακίνησης λαών και αγαθών, μας βρήκε η μετανάστευση των πληθυσμών της Ασίας, της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής.
Πολυάνθρωπα καραβάνια ανδρών, γυναικών και παιδιών άρχισαν να περνούν τα σύνορά μας. Στην αρχή «επαναπροωθούνταν» βιαίως από τους συνοριοφύλακες. Η τραγική διέλευσή τους μέσα από ναρκοπέδια ή από τα ορμητικά νερά του Έβρου επέσυρε τη συμπάθεια όλων μας στους πονεμένους αυτούς συνανθρώπους μας. Επί χρόνια ασκούνταν τα φιλάνθρωπα, χριστιανικά, εθελοντικά αισθήματα των Εβριτών, που προσέφεραν τροφή, ρούχα, περίθαλψη και χρήματα για εισιτήρια προκειμένου οι λαθρομετανάστες, όπως τους λέγαμε, να φτάσουν στην Ευρώπη, που ήταν ο προορισμός τους. Έπειτα, άρχισε να αναπτύσσεται μια ιδιότυπη «βιομηχανία λαθρεμπορίου», που στήριζε τον πληθυσμό αρκετών χωριών της περιοχής μας αλλά και επίδοξους δουλεμπόρους όλης της χώρας.
Η περιρρέουσα πολιτιστική ατμόσφαιρα ήταν θετική. Κουλτουριάρηδες ανθρωπιστές διαφόρων αποχρώσεων και προελεύσεων, κραδαίνοντας συνθήματα τρομοκρατικά, εξευτέλιζαν και στοχοποιούσαν όποιον τολμούσε έστω και να σκεφθεί εκφώνως: «Πόσους να χωρά άραγε αυτή η χώρα»!
Το γεγονός κράτησε χρόνια. Μέχρις ότου κάτι άλλαξε!
Η πολυπολιτισμικότητα στην Ευρώπη κρίθηκε επικίνδυνη και διερευνήθηκε η αριθμητική αντοχή της γηραιάς ηπείρου.
Στον Έβρο σήμερα είναι εγκατεστημένη η Frontex και ακόμα προκαλεί απορία ο ερχομός και η αποτελεσματικότητά της. Η συνθήκη «Δουβλίνο 2» επιτρέπει να συνοδεύονται οι λαθρομετανάστες μέχρι τα αστυνομικά καταστήματα, όπου δηλώνουν τα στοιχεία τους, δίνουν τα δακτυλικά αποτυπώματά τους, παραλαμβάνουν την άδεια και απολύονται για την υπόλοιπη χώρα. Στον Έβρο και σε όλη τη Θράκη ήδη υπάρχουν Κέντρα Υποδοχής Λαθρομεταναστών και δεν ενδείκνυται να γίνει άλλο. Οι αρμοδιότητες της Frontex αμφισβητούνται σοβαρά, εκτός αν εξυπηρετούν κάτι άλλο... και δεν το γνωρίζουμε.
Ο θρυλούμενος «φράχτης», στην ελάχιστη περιοχή των χερσαίων συνόρων του νομού, θεωρήθηκε πανάκεια. Είναι μια ακόμα ψευδαίσθηση, από αυτές που αρεσκόμεθα να μας βαυκαλίζουν όταν δεν έχουμε τη δύναμη και την αντοχή να δούμε την πραγματικότητα. Το ερώτημα είναι αμείλικτο και δεν σηκώνει μισόλογες απαντήσεις. Το ζήτημα ή το βλέπουμε ή «ζήτω η μυωπία μας»!
Άραγε, η Κεντρική και η Βόρεια Ευρώπη θέλουν μετανάστες από τις ασιατικές χώρες; Ούτως ή άλλως, οι άνθρωποι αυτοί κάποτε θα μπαρκάρουν για τα εδάφη τους από την Πάτρα ή από την Ηγουμενίτσα.
Αν δεν θέλουν, για πόσο ακόμα χρονικό διάστημα θα στοιβάζονται οι λαθρομετανάστες στην Ελλάδα; Πόσους θα χωρέσει ο τόπος αυτός; Ποια θα είναι η σχέση της Ελλάδος με την Ε.Ε. όταν κατασταθούμε αποθήκη έμψυχου, φθηνού, αντικρουόμενου πολιτισμικά πληθυσμού Ασιατών; Όταν η Ευρώπη κηρύξει, οσονούπω, επίσημα τον θρησκευτικό και πολιτιστικό πόλεμο ενάντια στους «ξένους», στη χώρα μας ποιος ρόλος θα αναλογεί;
Θεωρώ εξάπαντος αναγκαίο να απαντηθούν με ειλικρίνεια και σοβαρότητα αυτά τα ερωτήματα. Το ζήτημα είναι πνευματικά χωροταξικό! Η Ελλάδα, ανεξάρτητα από τη γεωγραφική της θέση, θα συνεχίσει να ανήκει και πληθυσμιακά στην ευρωπαϊκή ήπειρο; Μήπως θα περάσει στην Ανατολή, που επιδιώκει, ξεθυμαίνοντας την έντασή της, να «βάλει πόδι» σε μια παραδοσιακά ευρωπαϊκή επικράτεια που έχει καταβολές και στην Ασία; Πάντοτε η χώρα μας ήταν το μαξιλαράκι που έπαιρνε τους κραδασμούς μεταξύ των δύο ηπείρων. Πάντοτε η χώρα μας ήταν το σημείο όπου συγκρούονταν οι αιχμές των ευρωπαϊκών και των ασιατικών δοράτων. Αυτόν τον ρόλο δεν μας τον αμφισβήτησαν ποτέ ούτε μας τον συγχώρεσαν.
Όμως, τώρα δεν δικαιούμεθα να τον αποδεχτούμε παθητικά, χωρίς να τον συζητήσουμε. Όποιος και να ’ναι, εμείς έχουμε τον τρόπο να τον μεταποιήσουμε σε ζωή και περισσόν ζωής. Όπου και να καταταγούμε, θα προσφέρουμε αυτά τα στοιχεία του πολιτισμού μας που πάντοτε γίνονταν σταθμοί στην παγκόσμια Ιστορία. Στην Τροία κάποτε αποβιβάστηκαν οι Αχαιοί και από το ίδιο ακρογιάλι ο Απ. Παύλος «τόλμησε» το μετέωρο βήμα του στη Σαμοθράκη. Εκείνο το γεωστρατηγικό πέρα δώθε είναι τόσο σημαντικό, που ακόμα γυρεύει την ολοκλήρωσή του. Η Ευρώπη, όσο κι αν το φοβάται, δεν θα το αποφύγει. Οφείλει να το αντιμετωπίσει, δεν έχει άλλη λύση. Τώρα που η οικονομική της συνοχή διαλύεται, το μεταναστευτικό φαντάζει μπροστά της σαν εφιάλτης από ένα αμαρτωλό της παρελθόν.

Σχόλια