Η ΧΩΡΑ, ΟΙ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΚΑΙ Η ΑΡΙΣΤΕΡΑ

Του Δημήτρη Μπίρμπα


Η πιο πολύ χρησιμοποιημένη λέξη στην ελληνική πολιτική σκηνή τα τελευταία 30 χρόνια είναι η «μεταρρύθμιση». Δεκάδες αν όχι εκατοντάδες μεταρρυθμίσεις ,για την «σωτηρία της χώρας» βέβαια, έχουν εξαγγελθεί, υλοποιηθεί ή ακυρωθεί κακήν κακώς, Διοικητικές, Εκπαιδευτικές, Φορολογικές, Συνταγματικές, Οικονομικές και ο κατάλογος δεν έχει τέλος. Τις περισσότερες φορές δε ,στην τελευταία εικοσιπενταετία, η χρήση της έννοιας  «μεταρρύθμιση» αποτέλεσε την  ιδεολογική κάλυψη της νεοφιλελεύθερης αντεπανάστασης στα πολιτικά, κοινωνικά και εργασιακά δικαιώματα.
Ο αστικός μύθος λέει, ότι πάντα απέναντι τους είχαν την Αριστερά και προφανώς όπως (σχεδόν) όλοι είναι ψευδής. Από το Οικογενειακό Δίκαιο ως τις ταυτότητες και  τον Καποδίστρια, από την καθιέρωση του ΕΣΥ, τις Ελεύθερες Συλλογικές Διαπραγματεύσεις και τον ΑΣΕΠ, δεκάδες μεταρρυθμίσεις, νομοθετήματα, υπερψηφίσθηκαν με τροποποιήσεις και επιφυλάξεις, που παρ΄ότι τις περισσότερες φορές δεν έγιναν δεκτές, σε μεγάλο βαθμό επιβεβαιώθηκαν στην συνέχεια.
Παρ΄όλα αυτά υπήρξε ,πολλές φορές, υποτίμηση της υποστήριξης  τους από την μεριά της Αριστεράς σε καθημερινή βάση, μιας που κατά τεκμήριο δεν «ανέτρεπαν» το σύστημα. Γεγονός που τις καθιστούσε   ευάλωτες στην «από τα αριστερά» κριτική στην εσωκομματική πάλη αλλά και τον μανιχαιστικό αντι-λόγο του ΚΚΕ.
Οδηγούσαμε έτσι τις μεταρρυθμιστικές προτάσεις μας στην κομματική λήθη και την ανυπαρξία συλλογικής εμβάθυνσής τους.
Αυτές πήραν  βέβαια πανηγυρικά την «εκδίκηση» τους όταν, τον τελευταίο μήνα πριν τις εκλογές, στην απρόσμενη διεκδίκηση σχηματισμού κυβέρνησης με πυρήνα την Αριστερά, ελάχιστα στελέχη τις γνώριζαν, τα περισσότερα αυτοσχεδίαζαν ή σιωπούσαν, παρά την σοβαρή προσπάθεια της επιτροπής τεκμηρίωσης.
Αν θέλουμε να παραμείνουμε στην τροχιά διεκδίκησης της διακυβέρνησης  στις επόμενες εκλογές, οπότε και να προκύψουν (μια που το μόνο σίγουρο είναι ότι ο χρονικός ορίζοντας της κυβέρνησης δεν ξεπερνά επισήμως, την διετία), απαραίτητη είναι η ολοκληρωμένη τοποθέτηση μας για
-       Την  αναγκαιότητα  συνταγματικών αλλαγών
-       Την διοικητική αναδιάρθρωση, αλλαγής και λειτουργίας ενός σύγχρονου κράτους
-       Την άσκηση δίκαιης δημοσιονομικής πολιτικής
-       Την αποσαφήνιση του αναπτυξιακού, παραγωγικού και καταναλωτικού μοντέλου

Θα ήθελα να αναφερθώ περισσότερο στην Διοικητική Μεταρρύθμιση μιας που τα «μεγάλο» ή «μικρό» κράτος ήταν ένα κεντρικό ζήτημα των  πρόσφατων εκλογών, που επανέφερε με εξυπνο-κουτσαβάκικο ύφος στις προγραμματικές, ο πρωθυπουργεύων την δύστυχη χώρα.
Και εδώ υπάρχει ένας ακόμη αστικός (σκληρά νεοφιλελεύθερος ) μύθος ότι το μικρότερο κράτος, οι μικρότερες δημόσιες δαπάνες, αποτελούν την ασφαλή διέξοδο για την καταπολέμηση της διαφθοράς και την απογείωση της ανάπτυξης.
Ουδέν ψευδέστερο και ανιστόρητο, το επίπεδο ανάπτυξης και διαφθοράς μιας χώρας είναι αντιστρόφως ανάλογο προς το ποσοστό του ΑΕΠ που δαπανάται από το Δημόσιο.
Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, χώρα με μεγαλύτερο του 40%. ΑΕΠ δημοσίων δαπανών θεωρείται ανεπτυγμένη, χώρα κάτω από 34%  υπανάπτυκτη. Δείτε τους δείκτες διαφθοράς  και ανάπτυξης καθώς και τα ποσοστά δημοσίων δαπανών στις Σκανδιναβικές χώρες (μεγαλύτερό του 50%) και στις χώρες της υποσαχάριας Αφρικής (περί το 30%).
Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι η διάρθρωση και η ιεράρχηση των δημοσίων. δαπανών στην χώρα μας (43% ΑΕΠ στο 45% μ.ο. Ε.Ε.) είναι ορθή και ότι δεν υπάρχουν σημαντικά φαινόμενα διαφθοράς σε Δημόσιες υπηρεσίες και οργανισμούς. Αιτίες τους δεν είναι κυρίως ο μεγάλος αριθμός των υπαλλήλων  (αυτό αποδείχθηκε περίτρανα στην τροικανή απογραφή) αλλά η πελατειακή  δομή και τα δίκτυα πολιτικοοικονομικών συναλλαγών και πατρωνείας. Είναι ο ανορθολογικός τρόπος διοίκησης και κατανομής του προσωπικού , το γραφειοκρατικό βάρος με κόστος 6,75% του ΑΕΠ έναντι.  4,1% στην Ε.Ε. (μελέτη Ράπανου).
Η Αριστερά προφανώς δεν έχει κανένα λόγο να υπεραμυνθεί αυτού του τραγέλαφου χάριν του «δημόσιου χαρακτήρα του», το τόνισε και ο Αλέξης Τσίπρας στις  προγραμματικές. Τουναντίον, οφείλει να επισημάνει ότι η διατήρηση του απαραίτητου, δημόσιου και κοινωνικού χαρακτήρα των υπηρεσιών υγείας, εκπαίδευσης, πρόνοιας, ασφάλισης, χωροταξίας, άμυνας, ασφάλειας., κλπ. προϋποθέτει την συντριβή αυτού του μορφώματος και την αντικατάσταση του από ένα επιτελικό στον αναπτυξιακό σχεδιασμό,   αποκεντρωμένο και κοινωνικά συμμετοχικό, στην λειτουργία και την προσαρμογή των πολιτικών ,κράτος .
Ο αριθμός των εργαζομένων στον ευρύτερο Δημόσιο Τομέα 685.000 (υπουργεία, ΟΤΑ , Υγεία, Πρόνοια ,Εκπαιδευτικοί, Ένστολοι, Κληρικοί,  κλπ.) δεν είναι ούτε μεγάλος ούτε υπερβολικός (λίγο μικρότερος του αντίστοιχου  μέσου Ευρ. Όρου – 17% έναντι 17,8%).  Το μέγα πρόβλημα είναι η υστέρηση των δημοσίων εσόδων (Ελλάδα 41% έναντι 45% Ε.Ε.), λόγω της εκτεταμένης φοροδιαφυγής και των φοροαπαλλαγών στο μεγάλο κεφάλαιο.
Οι εκφερόμενες, νεοφιλελεύθερες αστειότητες από τον «αντιλαικιστή» κ. Μάνο,  για απολύσεις 400.000 υπαλλήλων ,αντιστοιχούν σε ποιότητα Δημοσίων παροχών Κεντροαφρικανικών χωρών. Ίσως αυτό να είναι και το κρυφό όνειρο των μνημονιακών δυνάμεων, που βέβαια έλκονται και από την «ανταγωνιστική ποιότητα», χάριν της προσέλκυσης επενδυτών, των δημοσίων ρυθμίσεων προστασίας του φυσικού  πλούτου τους. Άλλωστε αυτά τα στοιχεία τους αποτελούν και τους φωτεινούς φάρους των μνημονιακών δεσμεύσεων. Αν εφαρμοσθούν  οι 150.000 απολύσεις και το  1: 10 αποχωρήσεις-προσλήψεις, θα «επιτύχουν τον στόχο» στο δυναμικό με  καθυστέρηση τετραετίας, ενώ  οι δημόσιες δαπάνες στο 34%, με το πρόγραμμα εκτεταμένων ιδιωτικοποιήσεων σε συνδυασμό με τις ΕΟΖ θα καταστήσουν «Σαμαρικώς βιώσιμη» και την ανάπτυξη. Οι παράπλευρες απώλειες στην κοινωνική συνοχή  και την δημοκρατική λειτουργία , όπως δείχνει και η αφρικανική ιστορία μπορούν να περιμένουν .


Σχόλια